Ιδού ο άνθρωπος ιδού και το σοϊ του.
Από καταβολής του ο άνθρωπος το πρώτο πράγμα που έβαλε σκοπό του ητανε να βρει τρόπο να ισορροπήσει. Αφού πέρασε εκατομμύρια χρόνια με τα τέσσερα, εδέησε κάποτε να σταθεί στα δύο, μα πάλι τρεκλίζει. Το δεύτερο ήταν ε να ψάξει να βρει τις καταβολές του κι αυτό το ψάξιμο του στοίχισε πολλά, σε χρόνους εκατομμυρίων. Στην πορεία είδε πως μονάχος του, δεν θα μπορούσε να καορθώσει πολλά πράγματα, γι αυτό αναζήτησε τη συντροφικότητα.
Η συντροφικότητα δε γεννάει μόνο ιδέες, γεννάει κι άλλα ξόανα σαν κι αυτόν. Έτσι δημιουργήθηκε η φαμίλια, η οικογένεια. Παρότι στην αναζήτηση του αυτή είχε κι άλλους αναζητητές, η μικρότητα όμως του μυαλού του δεν έλεγε να μεγαλώσει. Ετσι η πρόοδος καθυστερούσε. Ακόμα και σήμερα, λίγα είναι τα επιτεύγματα του ανθρωπίνου εγκεφάλου. Ακόμα και σήμερα, δεν είναι σε θέση να ξέρι αν τον γέννησε χιμπατζίνα ή είναι μόριο κάποιας πυρακτωμένης λάβας που ξεπετάχτηκε από κάποιο γαλαξία και το πράγμα πάει λέγοντας.
Οχι μόνο δεν έχει μάθει τίποτα άλλο για τον εαυτό του, αλλά άλλαζε τις πιθανότητες του "έτσι" ή "αλλοιώς", πότε πιστεύοντας σε μια ντουζίνα θεούς, πότε σε ένα και μονογενή, πότε σε ξόανα και σε μούμιες, πότε σε ποτάμια και σε βουνά, χωρίς ποτέ να καταλήξει σε κάτι συγκεκριμένο.
Στην πραγματικότητα, δεν έκαμε ούτε μισό βήμα προόδου, ακόμα και επί του εαυτού του. Μηδέν εις το πηλίκο!
'Ετσι το μυστήριο παραμένει και η αιωρούμενη αμφιβολία του, του βάζει ψύλους στα αυτιά. Οχι βέβαια ότι εγώ ανακάλυψα την Αμερική - σιγά το μυαλό που διαθέτω.
Με το "Ιδού ο άνθρωπος ιδού και το σόι του" όμως κάνω μια προσπάθεια εξερευνητού, ξεκινώντας από ότι περικλείει το "τομάρι" του, εντός και έξωθέν του, κι αν βγει κάτι έχει καλώς, εάν όχι, μπορεί να παρουσιαστεί κάποιος άλλος μετά από πολλά εκατομμύρια χρόνια και βάλει νερό στ' αυλάκι.
Ο συγγραφέας από τον πρόλογο του έργου.